Πρόλογος
Ζήτηµα ταυτότητας
Σε µια κοινωνία που στηρίζεται στην έννοια της ταυτότητας, η αµφιβολία γύρω από αυτήν γεννάει µεγάλη ανασφάλεια. Αυτό όµως συνέβη σε µένα από τα µικρά µου χρόνια, και µπορεί βέβαια να µε ταρακούνησε, αλλά νοµίζω ότι εντέλει µε διαµόρφωσε θετικά. Είµαι καθολικός σε µια χώρα σχεδόν ολοκληρωτικά ορθόδοξη. Έζησα µια άνετη παιδική ηλικία και µεγάλωσα αποκτώντας πολυτελείς συνήθειες, χωρίς όµως την αντίστοιχη δια βίου οικονοµική κάλυψη. Τελείωσα τη Νοµική και έγινα δικηγόρος, χωρίς να νιώσω ούτε µια στιγµή ότι αυτό το επάγγελµα µε αφορούσε. Σπούδασα για λίγο πολιτικές επιστήµες, αν και δεν µε ενδιέφερε ούτε η πολιτική ούτε η επιστήµη. ∆ιακρίθηκα ως δάσκαλος φωτογραφίας, αν και είναι κάτι που δε σπούδασα ποτέ κανονικά και τυπικά. ∆εν µπορώ να συνοδεύσω το ονοµατεπώνυµό µου µε κανένα επάγγελµα. Συνταξιούχος δικηγόρος είµαι αλλά δεν νιώθω (ούτε συνταξιούχος, ούτε δικηγόρος). Φωτογράφος είµαι, αφού φωτογραφίες κάνω, αλλά φωτογραφίες σπανίως πουλάω, άρα δεν ζω από αυτό. Καθηγητής φωτογραφίας δεν µπορεί να είµαι, γιατί δεν έχω καµιά θεσµική εκπαιδευτική θέση. ∆άσκαλος µάλλον είµαι και µου αρέσει, αλλά η προσφώνηση µε ξενίζει γιατί έχει κάτι το ποµπώδες. Θεωρητικός µπορεί επίσης να είµαι, αφού γράφω θεωρίες για την τέχνη, αλλά η λέξη µε ενοχλεί και δεν µε εκφράζει. Έγραψα πολλά βιβλία και άρθρα, αλλά ουδέποτε τόλµησα να θεωρήσω τον εαυτό µου συγγραφέα ή, έστω ευκαιριακά, δηµοσιογράφο. ∆εν είχα καµία σχέση, οικογενειακή ή άλλη, µε την επαρχία και είχα πάντα έναν µεγάλο φόβο για τη θάλασσα, στην οποία µόλις και καταφέρνω να επιπλέω. Εντούτοις, επέλεξα ως µόνιµο τόπο κατοικίας µου εδώ και δεκατρία χρόνια τη Σύρο και περνάω πολλές από τις ώρες µου κοιτάζοντας τη θάλασσα και ταξιδεύοντας στο Αιγαίο. Έχω ένα όνοµα µε καθαρευουσιάνικη κατάληξη, το οποίο πλέον κανείς δεν κλίνει – το όνοµά µου δεν έχει πια αιτιατική. Το επώνυµό µου, κοινότατο στην Ιταλία αλλά άγνωστο στην Ελλάδα, µου προκαλεί πονοκέφαλο σε κάθε απόπειρα να συστηθώ. Τριβέλλης, Βαρέλης ή Λιβέρης και άλλοι απίθανοι ηχητικοί συνδυασµοί µε κάνουν να πιστεύω ότι θα έπρεπε από καιρό να το έχω αλλάξει αφού είναι σχεδόν άχρηστο. Με θεωρούν άνθρωπο των γραµµάτων, αλλά δεν έχω κανένα µεταπτυχιακό. Οι γνώσεις µου οφείλονται µάλλον αποκλειστικά σε µένα, αλλά συχνά αµφιβάλλω µήπως αναπλάθω τη ζωή και τις πεποιθήσεις των γονιών µου ή µήπως αναµασάω τις γνώσεις και τις απόψεις των σπουδαίων ανθρώπων που µε το έργο τους µε γαλούχησαν. Και επιπλέον, νιώθω πως είµαι εκτός ηλικίας. Ίσως γιατί δεν έχω παιδιά. Ίσως γιατί συγχρωτίζοµαι µε ανθρώπους όλων των ηλικιών. Γεγονός είναι ότι αυτό που µε προσγειώνει στην πραγµατική µου ηλικία, δεν είναι τόσο ο αδυσώπητος καθρέφτης, όσο οι συχνοί µικροί πόνοι που τη συνοδεύουν. Και το χειρότερο όλων, δεν έχω πάει ποτέ στο γήπεδο και δεν µε ενδιαφέρει το ποδόσφαιρο, πράγµα ικανό από µόνο του να εκµηδενίσει κάθε ταυτότητα, ειδικά αν ζει κανείς στη χώρα µας. Αν όµως τα παραπάνω συµβάλλουν στη διαµόρφωση µιας ταυτότητας την ίδια ώρα που τη συγχέουν, υπάρχουν και άλλα που µε τον καιρό διεκδίκησαν προνοµιούχο σχέση στη διαµόρφωσή της. Τα δύο πράγµατα που γνωρίζω πλέον ότι µετράνε περισσότερο για µένα είναι η τέχνη και η φύση. Το πρώτο το κατάλαβα αρκετά νωρίς, για το δεύτερο χρειάστηκε η κούραση της ηλικίας. Η τέχνη µε απογειώνει και η φύση µε προσγειώνει. Η σχέση µου µε τη φύση είναι παθητική και στοχαστική. Τη ζω µέσα από τη σιωπή της και πιο πολύ µέσα από τα γνώριµα τοπία παρά µέσα από νέες εξερευνήσεις. Η φύση µε ηρεµεί χωρίς να µε αποκοιµίζει. Τα σπιτικά µας ζώα και το τοπίο των Κυκλάδων που περιτριγυρίζει το σπίτι µας µε επανατοποθετούν σε ένα σύνολο στο οποίο νόµιζα ότι δεν ανήκα. Η τέχνη, πάλι, θέλω να µε ταράζει δηµιουργικά. Η σχέση µου µαζί της είναι ενεργητική, ακόµα και όταν απλώς την απολαµβάνω. Είναι πιθανόν κάποιος να απορήσει που δεν αναφέρω µαζί µε αυτές και τις ανθρώπινες σχέσεις, που χωρίς αµφιβολία είναι η σηµαντικότερη πηγή χαράς και λύπης στη ζωή µας. Εντούτοις αυτές δεν µετράνε απλώς στη ζωή µας. Είναι η ίδια η ζωή µας. Και για τον λόγο αυτό δεν συµβάλλουν στη διαµόρφωση της ταυτότητάς µας, αλλά την υφίστανται. Σε όσα όµως προηγήθηκαν ήρθε να προστεθεί η παρουσία της διδασκαλίας, η συµβολή της οποίας στη διαµόρφωση της ταυτότητάς µου δεν θα µπορούσε να εξηγηθεί µε τίποτα από τα παραπάνω, αν δεν γινόταν αίφνης φανερή η σηµασία της παιδικής µου ηλικίας. Μια σηµασία που δεν έχει τόσο σχέση µε την ίδια την παιδική ηλικία όσο µε την αναφορά της στη µνήµη µας. Και µαζί µε αυτήν η αξία της προσωπικής µόρφωσης, µιας µόρφωσης που επίσης αποκαλύπτει τη σηµασία της όσο αποµακρυνόµαστε από τις ρίζες της. Το βιβλίο αυτό γεννήθηκε ύστερα από την ξαφνική ιδέα µιας φίλης, η οποία µε παρότρυνε να βγάλω ένα βιβλίο «όχι µόνο ως φωτογράφος, αλλά µε όλα όσα είµαι». Τότε συνειδητοποίησα αιφνιδίως ότι µόνον όταν συλλαµβάνεις έναν άνθρωπο στο σύνολό του µπορείς ίσως να καταλάβεις µερικές από τις απόψεις του και τις θέσεις του. Και ότι αν δεν αναφερθώ στις καταβολές µου και τις επιρροές µου δεν θα γίνει αντιληπτή ούτε η διδασκαλία µου ούτε η φωτογραφία µου. ∆εν πρόκειται εποµένως για ένα πυροτέχνηµα εγωισµού, ούτε για έναν επίλογο της ζωής µου, η οποία εύχοµαι να συνεχιστεί αρκετά ακόµη, το ίδιο γεµάτη και ενδιαφέρουσα. Είναι µάλλον η απόπειρα, και ο τίτλος το δείχνει καθαρά, να παραθέσω ανάµικτα τα στοιχεία που νοµίζω ότι συνθέτουν την ουσιαστική µου ταυτότητα και να τα υποβάλω στους αναγνώστες µου, που στην πλειοψηφία τους µάλλον ήταν ή είναι µαθητές µου, έτσι ώστε να γίνει ελαφρώς πιο κατανοητή η στάση µου απέναντι στην τέχνη, τη ζωή και στις φωτογραφίες τους που µου ζητούν να κρίνω. Στο βιβλίο αυτό δείχνω και δείγµατα από δικές µου φωτογραφίες, όχι µε την πρόθεση ενός ολοκληρωµένου καλλιτεχνικού λευκώµατος, αλλά µε τη φιλοδοξία να ενισχύσω τον διάλογο µε τα προσωπικά µου κείµενα, που αναφέρονται στην παιδική µου ηλικία και στους γονείς µου, στη γυναίκα µου και τη Σύρο, στους µαθητές µου και τους πνευµατικούς µου δασκάλους, και µε τον παράλληλο στόχο να αποκαλύψω µε µεγαλύτερη ειλικρίνεια και ακρίβεια µια προσωπική ταυτότητα που οι ίδιες οι φωτογραφίες πρέπει να περιέχουν, αλλά που, επίσης πιστεύω, ότι (ευτυχώς) εν µέρει συγκαλύπτουν.